:p :p :p... χά!

Τετάρτη, Ιουνίου 22

ΑΓΑ.ΠΟ.: αντιφάσεις και αδιέξοδα


Από την Ανώτατη Σχολή Κακών Τεχνών >>







φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Δεν χρειάζεται να γίνει τεστ DNA – οι ΑΓΑ.ΠΟ. (αγανακτισμένοι πολίτες) είναι γνήσιο παιδί της ιστορικής, νεκροζώντανης Αριστεράς. Όταν το πρωτοείδε, είπε ‘τι τέρας είναι αυτό;’ (Όλα τα νεογέννητα είναι τέρατα, μιας και το κεφάλι τους είναι το ένα τρίτο του σώματός τους – των ενηλίκων, το ένα έβδομο). Και το αντιμετώπισε με καχυποψία. Αναρωτήθηκε, δικό μου είναι αυτό το παιδί; Μετά από λίγες μέρες, βεβαιώθηκε. Όσο μεγάλωνε, τόσο πιο πολύ της έμοιαζε. Τώρα, δεν έχει την παραμικρή αμφιβολία.
Οι ΑΓΑ.ΠΟ. είναι φαιδρή και θλιβερή απομίμηση της νεκροζώντανης Αριστεράς. Αυτήν την άποψη θα υποστηρίξουμε στο σημερινό σημείωμα.

Παιδί και γονείς, λατρεύουν την μαζικότητα. Είναι το βασικό τους όπλο. Η μαζικότητα είναι ένα μέσο πίεσης του Κυρίου – όσο πιο πολλοί είμαστε, τόσο πιο βέβαιο είναι ότι ο αντίπαλος θα υποχωρήσει. Αυτός είναι ο λόγος που κάνουν συνεχείς εκκλήσεις να κατέβει ο κόσμος στη πλατεία (στις πλατείες). Θεωρούν ότι ο Κύριος θα δει το τεράστιο πλήθος, θα φοβηθεί και θα υποχωρήσει. Θα φοβηθεί όχι το τι μπορεί να κάνει ένα μεγάλο πλήθος αλλά τον ίδιο τον αριθμό των διαφωνούντων δυσαρεστημένων.
Παιδί και γονείς, λατρεύουν τις ειρηνικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, έχουν εμμονή με την ειρηνική διαμαρτυρία, η οποία όμως είναι ένα μείγμα απειλών και ικεσιών.  Και είναι βέβαιοι ότι όσο πιο πολλοί είναι και πιο ειρηνικοί, τόσο πιο αποτελεσματικά μπορούν να ελέγξουν τον χώρο. Ελέγχουν την πλατεία και περικυκλώνουν τη Βουλή. Ο έλεγχος όμως του χώρου είναι μια βίαιη πρακτική, είναι μια πολεμική πρακτική. Να και οι δυο πρώτες αντιφάσεις. Απειλούν και ικετεύουν, η πρώτη. Λατρεύουν την ειρηνική διαμαρτυρία και υιοθετούν μια βίαιη πρακτική. Από τις αντιφάσεις αυτές προκύπτουν και τα διλήμματα, τα οποία όμως δεν είναι δυνατόν να διαλυθούν, άρα είναι αδιέξοδο. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να είναι μόνο ειρηνικοί ή μόνομ βίαιοι. Από την ίδια τη φύση της μαζικότητας δεν μπορούν να είναι ειρηνικοί. Με άλλα λόγια, ο όχλος από την ίδια του τη φύση δεν μπορεί να είναι ειρηνικός.
Αυτό σημαίνει ότι ή θα επιτεθούν, είτε θα αμυνθούν, είτε θα φύγουν. Εάν φύγουν, δεν θα έχουν καταφέρει απολύτως τίποτα. Εάν πάρουν την πρωτοβουλία και επιτεθούν, θα ηττηθούν. Εάν πάρει ο Κύριος την πρωτοβουλία, θα αμυνθούν και θα ηττηθούν. Ή θα πάψουν να είναι όχλος (θα φύγουν αυτοβούλως), ή θα γίνουν θύτης, ή θα γίνουν θύμα.
Παιδί και γονείς, λατρεύουν τον αγώνα. Αυτό που κάνουν δεν είναι πόλεμος, έτσι νομίζουν, αλλά αγώνας. Όπως και η νεκροζώντανη Αριστερά, αποφεύγει μετά βδελυγμίας τον όρο κοινωνικό πόλεμο αν και μεταχειρίζονται τη λέξη ‘μάχη’. Η λέξη ‘αγώνας’ (και τα παράγωγά του – αγωνίζομαι, αγωνιστικός, κλπ) συμπυκνώνει με τον καλύτερο τρόπο την αντίφαση ειρήνης και πολέμου, καταγράφει με έξοχο τρόπο το αδιέξοδο. Δεν πολεμούμε, αγωνιζόμαστε. Κι ενώ η ειρήνη είναι συνώνυμο της αποφυγής του πολέμου και της σύγκρουσης, ο αγώνας είναι σύγκρουση. Ο αγώνας είναι ένας ειρηνικός πόλεμος, ένας συμβολικός πόλεμος. Η πολιτική δεν είναι πόλεμος, είναι αγώνας, όπως ένας ποδοσφαιρικός αγώνας. Ο ηττημένος θα πικραθεί, θα ηττηθεί αλλά θα δεχτεί την ήττα του. Αυτό περιμένουν να κάνει και ο Κύριος: να υποχωρήσει μπροστά στο αγωνιστικό και μαχητικό πλήθος, να ηττηθεί (‘δεν θα φύγουμε αν δεν φύγουν’) και να δεχτεί με αξιοπρέπεια την ήττα του. Οποία αυταπάτη! Δεν νομίζω να υπάρχουν άλλα όρια πολιτικής αποβλάκωσης για να τα υπερβούν.
Αυτή είναι η τρίτη αντίφαση, το τρίτο αδιέξοδο: ενώ ο Κύριος δεν παύει ούτε μια στιγμή να διακηρύσσει ότι ‘είμαστε σε πόλεμο’, ότι ‘υπάρχει ταξική πάλη (κοινωνικός πόλεμος δηλαδή)  και είμαστε πάντα εμείς νικητές’, παιδί και γονείς αγωνίζονται, δηλαδή (σύμφωνα με τις δυο πρώτες αντιφάσεις), και δεν πολεμούν (ειρηνική ικεσία)  και πολεμούν (περικύκλωση της Βουλής από τον πλήθος). Αυτή την αντιφατική κατάσταση την αποκαλούν ‘αγώνα’.
Κατά συνέπεια,
παιδί και γονείς, δεν μπορεί, δεν μπορούν παρά να είναι ηττοπαθείς. Η ηττοπάθεια (και η πολιτική αποβλάκωση) καταγράφεται στο σύνθημα, ο μόνος αγώνας που (χάνεται) χάθηκε είναι αυτός που δεν (δίνεται) δόθηκε! Το ζητούμενο είναι να αγωνιστείς, όχι να νικήσεις. Να λάβεις μέρος στον αγώνα, να παίξεις μπάλα, να τρέξεις στον Μαραθώνιο. Κι ας ηττηθείς, ας τερματίσεις τελευταίος, no problem, πάνω απ’ όλα ο αγώνας. Κι αν αύριο φύγουν από την πλατεία, οι ΑΓΑ.ΠΟ. θα θεωρήσουν την αποτυχία τους νίκη! Διότι συμμετείχαν, φώναξαν, κραύγασαν, έβρισαν, απείλησαν, ικέτεψαν. Κατέβηκαν στο γήπεδο, στο στίβο, αγωνίστηκαν. Όχι σαν τους άλλους που δεν αγωνίστηκαν, που κάθονται στον καναπέ και βλέπουν τηλεόραση, όπως τα χαϊβάνια κάθονται στο στάβλο μπροστά στο παχνί τους.
Έτσι λοιπόν , από αγώνα σε αγώνα, από ήττα σε ήττα, δηλαδή από νίκη σε νίκη, η θέση μας συνεχώς επιδεινώνεται. Αυτό είναι το μεγαλείο της νεκροζώντανης Αριστεράς και των ΑΓΑ.ΠΟ.: η ήττα χτίζεται με αγώνες, δηλαδή με νίκες. Την ώρα που ο αδίστακτος και ανηλεής και ανοικτίρμων Κύριος τη λέξη ‘ήττα’ δεν θέλει ούτε να την ακούει, οι ΑΓΑ.ΠΟ. και οι γονείς τους είναι περήφανοι για τους αγώνες που έδωσαν, επομένως για τη νίκη τους, κι ας είναι μια ακολουθία, μια σειρά ηττών.
Πιασμένοι από το χέρι, γονείς και παιδί οδεύουν ολοταχώς προς το αδιέξοδο, την αποτυχία, την ήττα. Και κάνουν άλλο ένα μεγάλο βήμα, ένα από τα τελευταία βήματα, εξόδου και αποχώρησης από το πολιτικό προσκήνιο. Η νεκροζώντανη Αριστερά δεν θα μπορούσε παρά να γεννήσει ένα θνησιγενές μωρό.
Η Αριστερά που θα έρθει στο προσκήνιο θα είναι μια Αριστερά του κοινωνικού πολέμου. Θα εκλάβει την πολιτική ως (κοινωνικό) πόλεμο και θα ασχοληθεί με τη θεωρία και τη τέχνη του κοινωνικού πολέμου, δηλαδή με τη τέχνη και τη θεωρία της επανάστασης, δηλαδή με τον κομμουνισμό. Θα πολεμήσει, δεν θα αγωνιστεί, δεν θα εκλιπαρίσει.
Κι όπως είπε ένας άγνωστος και άσημος αλλά σοφός καλουπατζής, άμα παρακαλάς, το έχασες το παιχνίδι.
Το παιχνίδι του πολέμου.
Πως πρέπει να παίξουμε, να πολεμήσουμε  για να νικήσουμε; Αυτό είναι το ζητούμενο.
Πάω στη δουλείά.