:p :p :p... χά!

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 20

Τ Αγιού Στάτ. .

 


( Λέσβο γιγάντια πού 'λαμπες στο παιδικό μου μάτι ) 

Η γιορτή του Αγίου Ευσταθίου σηματοδοτούσε το τέλος της εποχής του καλοκαιριού για μένα. Ενα χρόνο περίμενα με αγωνία το ταξίδι στα Βατερά , ένα χρόνο αναγόρευα τους καινούργιους φίλους και συγγενείς που γνώρισα το περσινό καλοκαίρι  και τώρα πριν καλά καλά τους χορτάσω 'έπρεπε να τους αποχωριστώ και το σπουδαιότερο ... να γυρίσω στο σχολείο. 

Οι φωνές απ τα αγόρια και τα κορίτσια είχαν πάψει προ πολλού να ακούγονται στην παραλία αφού είχαν φύγει για την Βρισά , αλλά του Αγίου Ευσταθίου τα ξανάβλεπα πάλι , να κατεβαίνουν παρέες παρέες πάνω στα γαϊδουράκια με τα πολύχρωμα υφαντά στο σαμάρι για την γιορτή .Η καρδιά μου χτυπούσε βλέποντας να περνάνε απ το σπίτι μας - ο νέος δρόμος δεν είχε φτιαχτεί ακόμα - .Όμως  εμένα δεν μου έδιναν καμιά σημασία αφού ήμουν μικρή ,επιβεβαιώνοντας την γιαγιά μου που με φώναζε μικρομέγαλο τσουρουλιό.  

Και τώρα απορώ.. Παιδιά της ηλικίας μου δεν υπήρχαν ή εγώ δεν τα έβλεπα επειδή πάντα μου άρεσε να κάνω παρέα με τα μεγαλύτερα ? Ήταν βέβαια το Χριστινιώ της κυρα Μαρίας δίπλα απ το σπίτι μας, αλλά και πάλι εγώ ήθελα την παρέα της Μόρφως και της Μύρτας που ήταν αδερφές της. Μέχρι τώρα ακούω στα αυτιά μου την φωνή μιας της θειάς Γκουγκούλαινας  απέναντι απ το σπίτι μας να φωνάζει : Βρέ ! Χαραλαμπέλλλλλλ! τον εγγονό της τον οποίο τόσα χρόνια δεν γνώρισα ποτέ απόδειξη πως δεν μ ενδιέφεραν τα νιάνιαρα .  

Παρακάτω από μας και λίγο πιο πάνω απ τον Άη Στάθη έμεναν  η Μαρία με την Μερόπη μεγάλες κοπέλες ..συγγενείς μας,  αλλά δεν ξέρω από που . Πάντως η μαμά τους η Ευαγγελία μια πάντα γελαστή γυναίκα , την γιαγιά μου την φώναζε ξαδέρφη. Τα κορίτσια για χάρη της γιαγιάς μου μ έκαναν παρέα και η χαρά μου ήταν να ανακαλύπτω παλιά ρομάντζα που είχαν τα οποία μου τα έδιναν να τα διαβάσω, - μπορεί για να μην τους ζαλίζω με την λογοδιάρροιά μου -  . Η Μαρία μια φορά , με πήρε μαζί της σε μια εκδρομή στον Άγιο Φωκά κι εγώ καμάρωνα σαν γύφτικο σκεπάρνι τρώγοντας για πρώτη φορά στην ζωή μου κεφτεδάκια από λαγό που είχε φτιάξει η μαμά της . 

 Δεν υπήρχε για μένα τότε χειρότερο πράγμα απ το να βλέπω την παραλία έρημη, τα καφενεία άδεια και να πιάνει που και πού κανένα ψιλόβροχο που μόνο την γιαγιά μου ενθουσίαζε γιατί θα έβγαιναν τα σαλιγκάρια . Τότε κατάλαβα τι είναι η μελαγχολία. Και σε κάτι τέτοιες μελαγχολικές στιγμές έκανα τις πιο μεγάλες ζαβολιές . Ίσως από αντίδραση . Όπως την φορά που πήρα κρυφά το μουλάρι του κουμπάρου μας του Νικέλλη για να πάω βόλτα, που δεν ήξερα να το σαμαρώσω και κόντεψα να σκοτωθώ . Μικρότερη , νήπιο ακόμα έθαψα στην άμμο τα ασημένια μου βραχιολάκια . Αντιδραστικό απ τα γεννοφάσκια μου. 

Του Αγίου Ευσταθίου σήμερα. 

Τα Βατερά είναι αγνώριστα από τις φωτογραφίες τις Google που βλέπω.. Που είναι ο δρόμος μας που ξεκινούσε απ την παραλία , που είναι το σπίτι της Λώρας και του Μπάνου αριστερά , ο δρόμος που περνούσε απ το εκκλησάκι - αγνώριστο σήμερα - , συναντούσε το σπίτι των κοριτσιών δεξιά , και μετά βουτούσε μέσα σ ενα όνειρο με λυγαριές απ την μια κι απ την άλλη που μοσχοβολούσαν στο πέρασμά μας  ? Όσο και να ψάξω δεν τον βρίσκω πουθενά . Μόνο η λυγαριά που φύτεψα στο μπαλκόνι μου σε ανάμνηση εκείνης της εποχής  , μου φωνάζει : 

- Δεν ήταν δρόμος ...ξεροπόταμος ήταν .. χείμαρρος.. Την αγνοώ .. 

Φτιάχνω έναν καφέ ακούγοντας ένα παλιό τραγούδι .. Ναι ! ας μου φωνάζει η λυγαριά ότι θέλει .Εγώ ακούω την κομπανία του Νικολαΐδη στο καφενείο του Γκουγκούλιου και την κόρη του Αριάδνη να τραγουδά Μαντουβάλα αγάπη γλυκιά μου . Κάτω απ το φώς του μοναδικού φεγγαριού των Βατερών.. 

Εντάξει ! και  κάτω απ το λευκό φως των Λούξ ..


1 σχόλιο:

Χαλακιώτης είπε...

πολύ καλό, ..τσουρουλιό !